Η θέση της Ελλάδας στη ρώσικη ενεργειακή σκακιέρα

Διυπουργική Επιτροπή Ελλάδας-Ρωσίας: Στο επίκεντρο η ενέργεια

Η επίσκεψη του ρώσου προέδρου Πούτιν στην Αθήνα στις 28 Μαΐου έρχεται να συμπληρώσει μια σειρά γεγονότων που λαμβάνουν χώρα στα τέλη του μήνα, η εξέλιξη των οποίων δύναται να επηρεάσει σημαντικά το μέλλον της Ελλάδας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

 

Η εξέλιξη του Eurogroup στις 24 Μαΐου θα μπορούσε να κρίνει το μέλλον της αξιολόγησης και συνεπώς της χρηματοδότησης της χώρας, ενώ η ικανότητα των κρατικών ταμείων να καταβάλλουν στο ακέραιο τους μισθούς και συντάξεις στις 29 Μαΐου θα μπορούσε να κρίνει το πολιτικό μέλλον της κυβέρνησης. Μέσα στο ασφυκτικό αυτό πλαίσιο, η επίσκεψη του ρώσου προέδρου φαίνεται ότι χρησιμοποιείται από την κυβέρνηση ως μοχλός πίεσης προς τους δανειστές της χώρας με τη λογική ότι θα μπορούσε να προσφέρει εναλλακτικές διεξόδους στην Ελλάδα.

 

Η ατζέντα όμως του ρώσου προέδρου περιλαμβάνει πολύ περισσότερα από να προκαλέσει την ενόχληση των ευρωπαίων αξιωματούχων με την εμπλοκή της Μόσχας στην ελληνική κρίση. Μείζονα επιδίωξη του Κρεμλίνου είναι η διασφάλιση των ρώσικων συμφερόντων σε θέματα ενεργειακών πόρων.

 

Η ρώσικη αποστολή συζητάει ήδη με την ελληνική κυβέρνηση για την αναβίωση του εγκαταλελειμμένου project του αγωγού ITGI (Interconnector Turkey-Greece-Italy) για τον οποίο μάλιστα έχει ήδη υπογραφεί μνημόνιο συνεργασίας στα τέλη Φεβρουαρίου μεταξύ Gasprom, ΔΕΠΑ και Edison. Ο ITGI είναι σχεδιασμένος για να μεταφέρει ρώσικο φυσικό αέριο μέσω της Βουλγαρίας και της Ελλάδας στην Ιταλία και από κει στις αγορές της κεντρικής Ευρώπης. Για τη Μόσχα ο συγκεκριμένος αγωγός αποτελεί διέξοδο για το ρώσικο φυσικό αέριο του οποίου το ειδικό βάρος στο ενεργειακό μίγμα της ΕΕ επιδιώκουν να μειώσουν οι Βρυξέλλες. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, η ΕΕ και οι ΗΠΑ έχουν ήδη εκφράσει την έντονη δυσαρέσκεια και διαφωνία τους με την ανάπτυξη του ITGI, κάτι που η Αθήνα γνωρίζει πολύ καλά.

 

Γιατί όμως η Ρωσία επιμένει να περάσει ρώσικο φυσικό αέριο μέσω της μεσογείου, όταν γνωρίζει πολύ καλά ότι η ΕΕ δεν θέλει να το χρησιμοποιήσει και έχει τα μέσα να πολεμήσει ή ακόμα και να απαγορεύσει την κατασκευή του; Η απάντηση έχει να κάνει -όπως πάντα- με τον ανταγωνισμό ισχύος μεταξύ των ισχυρών δρώντων του διεθνούς συστήματος:

 

Την ίδια εποχή που η Μόσχα προσεγγίζει την Αθήνα για την ανάπτυξη του ITGI, ένας άλλος αγωγός, ο IGB (Interconnector Greece-Bulgaria) που είναι πλήρως ανταγωνιστικός προς τον ITGI βρίσκεται σε μια από τις πλέον ευαίσθητες φάσης ανάπτυξης του. Ο IGB είναι σχεδιασμένος για τη διασύνδεση των δικτύων φυσικού αερίου Ελλάδας και Βουλγαρίας. Σημείο κλειδί για τον αγωγό αποτελεί η παράλληλη ολοκλήρωση του Πλωτού Τερματικού Σταθμού Επαναεριοποίησης LNG στην Αλεξανδρούπολη. Τα δύο έργα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους, καθώς το πλωτό τερματικό LNG της Αλεξανδρούπολης σχεδιάζεται να υποδέχεται φορτία LNG από τις ΗΠΑ και τον Περσικό Κόλπο τα οποία θα μεταφέρονται μέσω του IGB στη Βουλγαρία και τις αγορές της Νοτιοανατολικής και Κεντρικής Ευρώπης.

 

Για τον εν λόγω αγωγό ολοκληρώθηκε μέσα στο περασμένο δίμηνο η πρώτη φάση του market test, όπου κατατέθηκαν μη-δεσμευτικές προσφορές για την απόκτηση χωρητικότητας. Στις αρχές Απριλίου ανακοινώθηκε ότι κατατέθηκαν εννέα προσφορές από αντίστοιχες εταιρίες με τις ζητούμενες ποσότητες να ξεπερνούν κατά πολύ τη χωρητικότητα του αγωγού. Η αρχική χωρητικότητα του αγωγού είναι 3 bcm αερίου τον χρόνο, ενώ υπάρχει η δυνατότητα επέκτασης του στα 5 bcm. Για τη σύγκριση θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι ο αγωγός ΤΑΡ είναι χωρητικότητας 10 bcm. Ο IGB δηλαδή έχει τη δυνατότητα να αυξήσει τις ροές μη-ρώσικου φυσικού αερίου προς την ΕΕ κατά 50%.

 

Από τις αρχές Μαΐου, η υλοποίηση του IGB περνάει στην επόμενη φάση που είναι και η πλέον σημαντική καθώς θα πρέπει να κατατεθούν οι δεσμευτικές προσφορές από τις ενδιαφερόμενες εταιρίες, διαδικασία που θα κρίνει και την οικονομική βιωσιμότητα του έργου. Η επιτυχής ολοκλήρωση της 2ης φάσης για τον IGB, σηματοδοτεί παράλληλα και το έναυσμα για την κατασκευή του Πλωτού Τερματικού της Αλεξανδρούπολης το οποίο καθίσταται οικονομικά βιώσιμη επένδυση μόνο σε συνδυασμό με τον εν λόγω αγωγό.

 

Για την ΕΕ, τα δύο έργα σε συνδυασμό με τον ΤΑΡ δημιουργούν ένα πλέγμα ισχυρού στρατηγικού ενδιαφέροντος καθώς βοηθούν στην αποτελεσματική υλοποίηση του μακροπρόθεσμου ενεργειακού σχεδιασμού των Βρυξελλών για την ενεργειακή ασφάλεια της Ένωσης. Η ανάπτυξη του ITGI λειτουργεί ανταγωνιστικά στον ΤΑΡ αλλά και στην δρομολογούμενη ανάπτυξη του ΙGB και του Τερματικού LNG της Αλεξανδρούπολης, και γι αυτό το λόγο αντιμετωπίζεται αρνητικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και τις ΗΠΑ.

 

Τα παραπάνω δεδομένα αναδεικνύουν και τα πραγματικά κίνητρα των επαφών της ρώσικης αποστολής στην Ελλάδα στα τέλη του μήνα. Η Ρωσία δεν χρειάζεται να ολοκληρώσει την κατασκευή του ITGI ώστε να πετύχει τους στόχους της. Το μόνο που χρειάζεται να κάνει ο πρόεδρος Πούτιν στην Αθήνα είναι να πάρει τη δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης να προχωρήσει με το έργο.    Η υπογραφή δεσμευτικής συμφωνίας Ελλάδας-Ρωσίας για την ανάπτυξη του ITGI, αποτελεί αντικίνητρο για τους επενδυτές του ΙGB, οι οποίοι είναι αναμενόμενο ότι σε αυτή την περίπτωση θα αποσύρουν τις προσφορές τους για τη 2η φάση του διαγωνισμού. Χωρίς τον IGB, και ο Πλωτός Τερματικός Σταθμός της Αλεξανδρούπολης κρίνεται μη-βιώσιμος οικονομικά, γεγονός που οδηγεί σε ακύρωση των όποιων διαδικασιών χρηματοδότησης και αυτού του έργου.

 

Με μία κίνηση στη σωστή χρονική στιγμή λοιπόν, η Μόσχα βρίσκεται αυτή τη στιγμή στη θέση να μπορεί να ακυρώσει και τα δύο έργα και να αποκόψει τη δυνατότητα της ΕΕ να αναπτύξει περαιτέρω την πολιτική απεξάρτησης από το ρώσικο φυσικό αέριο καταφέρνοντας ένα καίριο πλήγμα στα συμφέροντα της ΕΕ και των ΗΠΑ στην περιοχή.

 

Το σημαντικό ειδικό βάρος που φέρουν τα εν λόγω έργα για την ΕΕ και τις ΗΠΑ αναδεικνύεται και από το γεγονός ότι περιλαμβάνονται με συγκεκριμένη αναφορά στο κοινό ανακοινωθέν του Ενεργειακού Συμβουλίου ΕΕ-ΗΠΑ που εκδόθηκε μόλις στις 4 Μαΐου. Οι εν λόγω δομές χαρακτηρίζονται ως μείζονος σημασίας για το ενεργειακό μέλλον της ΕΕ και τις ενεργειακές σχέσεις της με τις ΗΠΑ.

 

Από την κίνηση της Ρωσίας όμως, πλήττονται πέραν των συμφερόντων της ΕΕ και των ΗΠΑ και τα συμφέροντα της Ελλάδας. Η κατασκευή του ΙGB στη περιοχή της Ροδόπης, και του Πλωτού Τερματικού LNG στην Αλεξανδρούπολη αποτελούν στρατηγικής σημασίας έργα για την Ελλάδα καθώς αναβαθμίζουν την περιοχή της Θράκης ως κόμβο που συμβάλει σημαντικά στις επιδιώξεις της ΕΕ για διαφοροποίηση των ενεργειακών της πηγών και περαιτέρω μείωση της εξάρτησης της από το φυσικό αέριο της Ρωσίας. Παράλληλα, τα φορτία LNG που δύναται να υποδεχθεί το Πλωτό Τερματικό της Αλεξανδρούπολης προέρχονται κυρίως από τις ΗΠΑ και την εταιρία Cheniere, την πρώτη αμερικανική εταιρία που ξεκίνησε από την άνοιξη του 2016 τις εξαγωγές LNG προς την ΕΕ, γεγονός που συνδέει άμεσα τα αμερικανικά με τα ελληνικά συμφέροντα στην περιοχή.

 

Καθώς όμως ο ρόλος και η στρατηγική της Μόσχας όσον αφορά τους αγωγούς που περνούν από ελληνικό έδαφος είναι πλέον ξεκάθαρος, το ερώτημα που γεννάται αφορά τη στόχευση και τις επιδιώξεις της Αθήνας. Τι έχει να κερδίσει η ελληνική κυβέρνηση από την προώθηση του ITGI όταν αυτός ο αγωγός θέτει σε κίνδυνο τη δημιουργία δύο έργων στη Θράκη τα οποία προσδίδουν στη χώρα άμεσο στρατηγικό πλεονέκτημα και ισχυροποιούν μια από τις πλέον ευαίσθητες -εθνικά και οικονομικά- περιοχές της Ελλάδας;

 

Ποιο όφελος μπορεί να είναι τόσο σημαντικό για την κυβέρνηση του κ. Τσίπρα ώστε να δέχεται τον κίνδυνο να απολέσει η Ελλάδα ένα τόσο σημαντικό στρατηγικό πλεονέκτημα; Τι έχει να δώσει ο πρόεδρος Πούτιν στον κ. Τσίπρα ως αντάλλαγμα για τα σημαντικότατα οφέλη που θα αποκομίσει στη ενεργειακή σκακιέρα έναντι των αντιπάλων του;

 

Η απάντηση είναι απλή: Εντυπώσεις. Αυτό είναι το μόνο αντάλλαγμα που θα εισπράξει η Ελλάδα από την επίσκεψη Πούτιν στις 28 Μαΐου. Η ελληνική κυβέρνηση θέλει να δείξει στους ευρωπαίους εταίρους αλλά και στο κοινό της στο εσωτερικό της χώρας, ότι έχει και άλλες επιλογές συνεργασίας και η Ρωσία είναι μία από αυτές. Λίγη σημασία έχει βέβαια για την ελληνική κυβέρνηση ότι η Ρωσία δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή οικονομικό ανταγωνιστή της ΕΕ καθώς δεν είναι σε θέση να στηρίξει οικονομικά ούτε ένα μικρό μέρος των αναγκών της Ελλάδας.

 

Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος του άρθρου είναι εύκολη: Στη ρώσικη ενεργειακή σκακιέρα η Ελλάδα είναι για τη Ρωσία ένα πιόνι. Ένα αναλώσιμο πιόνι το οποίο χρησιμεύει ώστε να επιτευχθεί ένα καίριο πλήγμα σε σημαντικότερα σημεία της σκακιέρας. Εύλογα βέβαια θα σκεφτεί κανείς ότι αυτή είναι λίγο πολύ η μοίρα όλων των μικρών κρατών σε σχέση με τους ισχυρούς δρώντες του διεθνούς συστήματος.

 

Η αλήθεια όμως δεν είναι ακριβώς έτσι.

Ένα μικρό κράτος μπορεί να ενισχύσει τη θέση του στο διεθνές σύστημα, ή έστω στο περιφερειακό υποσύστημα στο οποίο ανήκει, εάν πετύχει τη σύμπλευση και τον συντονισμό των δικών του συμφερόντων με τα αντίστοιχα των ισχυρών δρώντων του διεθνούς συστήματος κρατών.

 

Για την Ελλάδα, ο αγωγός IGB και το Πλωτό Τερματικό της Αλεξανδρούπολης, σε συνδυασμό με τον υπό κατασκευή ΤΑΡ και το εν λειτουργία Τερματικό LNG της Ρεβυθούσας, δημιουργούν ισχυρό στρατηγικό πλεονέκτημα καθώς ευθυγραμμίζουν άμεσα τα εθνικά συμφέροντα της χώρας με τα στρατηγικά της ΕΕ και των ΗΠΑ τόσο σε επίπεδο ενεργειακής ασφάλειας όσο και σε επίπεδο ισορροπίας ισχύος στο ευρύτερο υποσύστημα Ευρώπης – Ρωσίας.

 

Η Ελλάδα οφείλει να προστατεύσει τα συμφέροντα της όπως αυτά αναδεικνύονται μέσα από αυτό το στρατηγικό πλεονέκτημα. Τα συμφέροντα της Ρωσίας στον ενεργειακό τομέα βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με αυτά της χώρας μας και η σύμπλευση με τη Μόσχα στην ενέργεια είναι ένα λάθος το οποίο απογυμνώνει την Ελλάδα από ένα -από τα λίγα- στρατηγικά πλεονεκτήματα που της έχουν μείνει, σε μια εποχή που το χρειάζεται όσο ποτέ άλλοτε.

 

* Ο Μιχάλης Μαθιουλάκης ([email protected]) είναι κάτοχος ΜSc στις  Στρατηγικές Σπουδές & Διεθνή Πολιτική

(ΤΟ ΒΗΜΑ)

Μπορεί επίσης να σας αρέσει