Το φυσικό αέριο παίρνει… κεφάλι από τον λιγνίτη

Αιτήσεις για δεσμεύσεις «φορτίου» από τρεις βιομηχανίες

Το φυσικό αέριο ως καύσιμο για ηλεκτροπαραγωγή, θα είναι φθηνότερη πηγή από το λιγνίτη, ακόμη και με κόστος αγοράς δικαιωμάτων ρύπων τα 25 ευρώ και με τιμές φυσικού αερίου σημαντικά υψηλότερες από τα σημερινά επίπεδα.

Σύμφωνα με τον Δρ. Γιώργο Στάμτση, γενικό διευθυντή του Συνδέσμου Ανεξάρτητων Εταιρειών Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΕΣΑΗ), το φυσικό αέριο στις συνθήκες της Ελλάδας, δηλαδή χαμηλή απόδοση λιγνιτικών μονάδων και σχετικά υψηλή διείσδυση των ΑΠΕ, αποτελεί το μόνο ορυκτό καύσιμο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως κύριο εργαλείο για την γεφύρωση ανάμεσα στη σημερινή πραγματικότητα και τη μελλοντική του 2050 που προβλέπεται με σχεδόν μηδενικές εκπομπές ρύπων από την ηλεκτροπαραγωγή.

 

Όπως τονίζει ο ίδιος, σε εισήγησή του στην Ακαδημία Αθηνών, η Ελλάδα έχει ήδη εισέλθει σε μια σταδιακή απεξάρτηση από τη χρήση του λιγνίτη για ηλεκτροπαραγωγή. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αλλαγή αυτή θα γίνει σε μια ημέρα, όλες οι ενδείξεις είναι ότι θα χρειαστεί ίσως λιγότερο χρόνο από ό,τι υπολογιζόταν αρχικά.

 

Βασικό κριτήριο του ρυθμού μείωσης της χρήσης λιγνίτη, σύμφωνα με τον κ. Στάμτση, θα αποτελεί η οικονομικότητα του ως καυσίμου για την ηλεκτροπαραγωγή. Ήδη με τις σημερινές, σχετικά χαμηλές, τιμές δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα, οι μονάδες φυσικού αερίου στην Ελλάδα είναι ανταγωνιστικότερες από αρκετές λιγνιτικές μονάδες.

 

Η ΕΕ έχει ως κεντρικό σενάριο τιμών ρύπων για την περίοδο 2021-2030 τα 25 ευρώ ανά δικαίωμα. Με αυτό το επίπεδο τιμών, οι μονάδες φυσικού αερίου στην Ελλάδα θα είναι η φθηνότερη τεχνολογία σε σχέση με τις λιγνιτικές, ακόμα και για τιμές φ.α. σημαντικά υψηλότερες από τα σημερινά επίπεδα.

 

Ορισμένοι από τους λόγους που καθιστούν το φυσικό αέριο ανταγωνιστικό έναντι του λιγνίτη, είναι οι συγκριτικά χαμηλές εκπομπές του και ο μικρός βαθμός απόδοσης των ελληνικών λιγνιτικών μονάδων. Μία ελληνική λιγνιτική μονάδα εκπέμπει 1,45-1,80 τόνους διοξείδιου του άνθρακα ανά μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), έναντι μόλις 0,40 τόνων της μονάδας φυσικού αερίου.

 

Παράλληλα, ο βαθμός απόδοσης των λιγνιτικών στην Ελλάδα είναι 28-36% έναντι 58% των μονάδων φυσικού αερίου. Για το λόγο αυτό τονίζει ο κ. Στάμτσης, και η χώρα είναι καθηλωμένη σε επίπεδο ενεργειακής απόδοσης όπως δείχνει πρόσφατη έκθεση του European Environmental Agency, όπου η Ελλάδα έχει σημειώσει σχεδόν μηδενική πρόοδο από το 2005 έως το 2013, κατέχοντας μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη των 28.

 

Με τα δεδομένα αυτά καταλήγει ο κ. Στάμτσης, η μετάβαση σε ένα νέο ενεργειακό τοπίο, με μεγάλη διείσδυση ΑΠΕ, καθιστά το φυσικό αέριο βασικό εργαλείο για την οικονομική και ευσταθή λειτουργία του ηλεκτρικού συστήματος, το οποίο επιπλέον προσφέρει ισχυρή και βιώσιμη εναλλακτική που αναβαθμίζει την περιβαλλοντική προστασία και τη δημόσια υγεία.

 

(Μ. Καϊταντζίδης, euro2day.gr, 3/11/2015)

Μπορεί επίσης να σας αρέσει