Φυσικό αέριο και ανανεώσιμες παίρνουν τα ηνία στην ΕΕ

Εκτός από τον αυξανόμενο ρόλο των ΑΠΕ, προβλέπεται ότι το φυσικό αέριο διατηρεί το ρόλο του στην παραγωγή ηλεκτρισμού ως το 2030, και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με το 2015.

 

Τα αιολικά και φωτοβολταϊκά, θα καλύπτουν το 19% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας το 2020, το 25% το 2030 και το 36% το 2050. Όσο για το σύνολο των τεχνολογιών ΑΠΕ, τα αντίστοιχα χρονικά ορόσημα, θα καλύπτουν περίπου 38% το 2020, 43% το 2030 και 53% το 2050.

 

Η αύξηση της διείσδυσης των ΑΠΕ στο ενεργειακό ισοζύγιο των μελών της ΕΕ είναι το κύριο χαρακτηριστικό του επικαιροποιημένου σεναρίου αναφοράς για τα μεγέθη της ενεργειακής ζήτησης και παραγωγής και την εξέλιξη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, που έδωσε στη δημοσιότητα η Κομισιόν.

 

Εκτός από τον αυξανόμενο ρόλο των ΑΠΕ, το σενάριο προβλέπει επίσης ότι το φυσικό αέριο διατηρεί το ρόλο του στην παραγωγή ηλεκτρισμού ως το 2030, και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με το 2015. Αντίθετα με το καύσιμο αυτό, η συμμετοχή των άλλων ορυκτών καυσίμων θα μειώνεται σταδιακά, ενώ η παραγωγή των πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής διατηρείται σταθερή.

 

Σε ό,τι αφορά στο θέμα της ενεργειακής εξάρτησης της ΕΕ, το σενάριο αναφοράς προβλέπει μια αύξηση των εισαγωγών από 53% το 2010 σε 58% το 2050, εξ αιτίας της μείωσης της παραγωγής υδρογονανθράκων στην ΕΕ. Σημειώνει ωστόσο ότι η εξάρτηση αυτή θα ήταν πολύ μεγαλύτερη, εάν δεν επιτυγχάνονταν η μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ και δεν έφερναν αποτελέσματα οι πολιτικές εξοικονόμησης ενέργειας οι οποίες εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Ειδικότερα για το φυσικό αέριο, το σενάριο προβλέπει διατήρηση τη κατανάλωσης στα επίπεδα των 430 δισ. κ.μ. το χρόνο μέχρι το 2020, και ελαφρά μείωση στα 412 δισ. κ.μ. το 2030.

 

Ενδιαφέρον έχουν τα όσα προκύπτουν για τα αποτελέσματα των πολιτικών εξοικονόμησης ενέργειας, την τεχνολογική ανάπτυξη και της λειτουργία της αγοράς. Προβλέπει συγκεκριμένα το σενάριο ότι σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο, θα συνεχιστεί η αποσύνδεση της ζήτησης πρωτογενούς ενέργειας από την αύξηση του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος, καθώς το αντίθετο συνέβαινε πριν από την εφαρμογή των πολιτικών εξοικονόμησης. Συγκρινόμενα τα αντίστοιχα μεγέθη με βάση το 100 το 2005, το 2030 το ΑΕΠ θα βρίσκεται στο 128 και η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας στο 84. Το δε 2050 τα αντίστοιχα μεγέθη θα είναι 180 και 84.

 

Περισσότερο συγκρίσιμα είναι τα ποσοστά μείωσης στην κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας (εξοικονόμηση ενέργειας) που αναφέρει η μελέτη. Αυτή το 2020 θα ανέλθει σε 18,4% έναντι του 2007, το οποίο ωστόσο υπολείπεται από το στόχο του 20% που έχει θέσει η ΕΕ. Το δε 2030, η μείωση έναντι του 2007 υπολογίζεται σε 23,9%.

 

Τέλος και σε ό,τι αφορά στην κατανάλωση ενέργειας ανά τομέα, το 2030 οι μεταφορές και οι κατοικίες θα συνεχίσουν να απορροφούν την μερίδα του λέοντος με 32% και 27%, ποσοστά που είναι σχεδόν αντίστοιχα με του 2005 και τα σημερινά (31%,26%). Αντίθετα η βιομηχανία θα μειώσει τη ζήτηση σε σχέση με το 2005 από 28% σε 25% το 2030 και 23% το 2050, ενώ οι υπηρεσίες θα αυξήσουν ελαφρά τη ζήτηση, από 15% το 2005, σε 16% το 2020, και 17% το 2030, 40 και 50.

 

(του Μιχάλη Καϊταντζίδη, euro2day.gr)

Μπορεί επίσης να σας αρέσει